- ὀρίαν
- ὀρίᾱν , ὀρίαςmasc acc sg (attic epic doric aeolic)ὀρίαςmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ὀριᾶν — ὀρίας masc gen pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γουίντμαρκ, Ρίτσαρντ — (Richard Widmark, Μινεάπολη 1914 –). Αμερικανός ηθοποιός και παραγωγός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Ιλινόις. Από τις πρώτες του θεατρικές παραστάσεις στο Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης, ειδικεύτηκε σε ρόλους… … Dictionary of Greek
Κρίστι, Αγκάθα — (Dame Agatha Mary Clarissa Christie, Τόρκι, Ντέβον 1890 – Γουόλινγκφορντ, Οξφόρδη 1976). Αγγλίδα συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων και θεατρικών έργων. Στο πρώτο της μυθιστόρημα, Η μυστηριώδης υπόθεση στο Στάιλς (1920), παρουσιάστηκε για… … Dictionary of Greek
Λιούμετ, Σίντνεϊ — (Sidney Lumet, Φιλαδέλφεια 1924 –). Αμερικανός σκηνοθέτης, ηθοποιός, σεναριογράφος και παραγωγός του κινηματογράφου. Φοίτησε στο πανεπιστήμιο Κολούμπια και στο Actors Studio. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του σε ηλικία 5 ετών ως παιδί θαύμα,… … Dictionary of Greek
Μπακόλ, Λορίν — (Lauren Bacall, Νέα Υόρκη 1924 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Αμερικανίδας ηθοποιού του κινηματογράφου Μπέτι Τζόαν Πέρσκε (Betty Joan Perske). Με σπουδές στην σχολή AADA στην γενέτειρα της, βαθιά φωνή και κοφτή εκφορά λόγου, η Μ. συνδέθηκε κυρίως … Dictionary of Greek
τετραοριᾶν — τετρᾱοριᾶν , τετραορία four horsed chariot fem gen pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)